Θεόδωρος ὁ Φωκαεύς

Ὁ Θεόδωρος Παπᾶ Παράσχου Φωκαεὺς ἐνδιαφέρει τὴν ἐπιστήμη τῆς Μουσικολογίας ἀλλὰ καὶ τὴν ἱστορία τῆς ἐξελίξεως τῶν μουσικῶν πραγμάτων γενικότερα ἀπὸ τρεῖς κυρίως ἀπόψεις, γιατί τριπλῆ ὑπῆρξε καὶ ἡ ἀποφασιστικὴ συμβολή του· ἀπὸ ἄποψη μελοποιίας, ὡς μελουργός· ἀπὸ ἄποψη καταγραφῆς μακαμιῶν καὶ τραγουδιῶν, ὡς «τονιστής»· καὶ ἀπὸ ἄποψη ἐκδοτικὴς δραστηριότητος, ὡς ἐκδότης τῶν βασικῶν μουσικῶν βιβλίων.

Γιὰ τὸν Θεόδωρο Φωκαέα, γνωρίζουμε τὶς χρονολογίες σπουδαίων γεγονότων τῆς ζωῆς τοῦ χάρη σὲ μιὰ βιογραφία του, ποὺ δημοσίευσε ἀμέσως μετὰ τὸν θάνατό του ὁ υἱός του Κωνσταντῖνος, στὰ 1851, καὶ ἐπανέλαβαν τ´ ἄλλα δύο παιδιά του, ὁ Ἀλέξανδρος καὶ o Λεωνίδας, στὰ 1863 καὶ 1869,ἀλλὰ καὶ χάρη στὶς εἰδήσεις ποὺ ὁ ἴδιος μας ἄφησε, εἴτε στοὺς προλόγους, εἴτε στὶς ἀγγελίες τῶν ἐκδόσεών του.

Μᾶς εἶναι χρήσιμο ἐδῶ ἕνα μεγάλο παράθεμα ἀπ τὴ βιογραφία του, ποὺ ὅπως φαίνεται συνέθεσε ὁ Ὀνούφριος Βυζάντιος. «Θεόδωρος Παπᾶ Παράσχου πατρίδα εἶχε τὰς ἐν Ἰωνίᾳ, Φώκας, γεννηθεὶς τῷ 1790....». Ὁ πατέρας τοῦ Παράσχος ἦταν παπᾶς, μιὰ πρώτη ἐγγύηση γιὰ τὴν εὐδοκίμηση τοῦ μικροῦ Θεοδώρου.

Τὰ πρῶτα μουσικὰ βήματα τὰ ἔκαμε κοντὰ στὸν πατέρα του. Μικρὸς ἔχασε τὴν ὄρασή του γιὰ ἐννέα ὁλόκληρα χρόνια. Αὐτὸ στάθηκε σοβαρὸ ἐμπόδιο στὶς σπουδές του. Θὰ πρέπει νὰ ἔπαθε τὴν τύφλωση στὰ δεκαπέντε του περίπου χρόνια, γύρω στὰ 1805, καὶ νὰ θεραπεύτηκε στὰ 1814.

Τὴν Παλαιὰ Μέθοδο τῆς τέχνης τῆς σημειογραφίας τὴν ἔμαθε στὶς Κυδωνίες ἀπὸ τὸν ἀδερφὸ τοῦ Ἀθανάσιο, λίγα χρόνια πρὶν φύγει γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη.

Εἶχε γρήγορη μουσικὴ ἀντίληψη καὶ εἶχε μάθει καλὰ τὴν ψαλτικὴ τέχνη στὶς Κυδωνίες, γιατί ὅταν ἔφτασε στὴν Κωνσταντινούπολη, σχεδὸν ἀμέσως ἀνέλαβε ψάλτης στὸν Ἅγιο Δημήτριο στὰ Ταταύλα, συμψάλλοντας μὲ τὸν διδάσκαλο Χουρμούζιο, ἀλλὰ γιὰ πολὺ λίγο. Στὴν Κωνσταντινούπολη ὁ ζῆλος του γιὰ τελειοποίηση στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη καὶ ἐκμάθηση τῆς Νέας Μεθόδου ἀναλυτικῆς σημειογραφίας, τὸν ὀδήγησε στὸν Γρηγόριο Πρωτοψάλτη, λαμπαδάριο τότε τῆς Μ.Χ.Ἐ.

Ἡ ἐπίδραση τοῦ Γρηγορίου στὸ ἔργο τοῦ Θεοδώρου εἶναι φανερῆ, καὶ ἡ ἐνασχόληση τοῦ δευτέρου μὲ τὰ τραγούδια, ἑλληνικὰ καὶ τουρκικά, καὶ τὴν ἔκδοσή τους, δὲν μπορεῖ παρὰ στὸν Γρηγόριο νὰ ἔχει τὶς καταβολές της. Ὡστόσο, δάσκαλος τοῦ ὑπῆρξε καὶ ὁ Χουρμούζιος, ἀφοῦ μάλιστα συνέψελναν στὰ Ταταύλα.

Ἐψαλλε γιὰ περισσότερα ἀπὸ τριάντα χρόνια, τὰ πρῶτα 6 ὡς Λαμπαδάριος στὸν Ι.Ν. Ἁγίου Δημητρίου τῶν Ταταούλων μετὰ τοῦ Διδασκάλου Χουρμουζίου, καὶ τὰ ὑπόλοιπα ὡς Πρωτοψάλτης του Ι.Ν. Ἁγίου Νικολάου Γαλατά, μετὰ τοῦ ἀοιδίμου Σταυράκη.

Ὁ ἴδιος ὁ Θεόδωρος Φωκαεύς, στὰ 1843, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι «Ἔκαμα παύσιν τοῦ ψάλλειν εἰς τὴν ἐν Γαλατᾷ Ἱερὰν Ἐκκλησίαν τοῦ Ἁγίου Νικολάου, καθότι αἱ σωματικαὶ δυνάμεις μου δὲν μὲ συγχωροῦσι τὸ ἔργον τοῦτο εἰς τὸ ἐξῆς».

Τὴν τελευταία δεκαετία τῆς ζωῆς του τὴν ἀφιέρωσε ὁ Θεόδωρος στὴν ἐκδοτικὴ δραστηριότητα καὶ τὴ μελοποίηση τοῦ προσωπικοῦ τοῦ ἔργου. Δὲν ἔπαψε ὅμως μέχρι τὸ θάνατό του νὰ διδάσκει τὴν ψαλτικὴ καὶ τὴν ἐξωτερικὴ μουσική. Ἄρχισε νὰ διδάσκει τουλάχιστο μετὰ ἀπὸ 2-3 χρόνια ποὺ θὰ κράτησε ἡ μαθητεία τοῦ στὴ Μουσικὴ Σχολὴ τοῦ γένους, δηλαδὴ κοντὰ στὰ 1820-21, τότε ποὺ ἔκλεισε ἡ Σχολὴ αὐτή. Καὶ δὲν δίδασκε τὴν μουσικὴ ἐρασιτεχνικά, ἀλλὰ συστηματικά, σὲ τύπο σχολείου καὶ μὲ ἀμοιβὴ γιὰ προσπορισμὸ χρημάτων.

Οἱ πολλὲς ὑποχρεώσεις καὶ εὐθύνες ποὺ εἶχε ἀναλάβει μὲ τὶς ἐκδόσεις του καὶ ἡ ἔγνοιά του νὰ ἀνταποκρίνεται σ΄αυτές, τὸν ἔφθειραν σωματικὰ καὶ ψυχικὰ καὶ τὸν κρατοῦσαν μακριὰ ἀπ τὴν μελοποιία. Καὶ πράγματι φαίνεται πὼς δημιούργησε τὸ προσωπικὸ τοῦ ἔργο τὴν τελευταία δεκαετία τῆς ζωῆς του, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι στὶς δύο τελευταῖες πολύτομες ἐκδόσεις του, τὴ Μουσικὴ Μέλισσα (4 τόμοι, τὸ 1848) καὶ τὸ Ταμεῖον Ἀνθολογίας (3 τόμοι, τὸ 1851) συγκέντρωσε τὰ δικά του συνθέματα, ποὺ μερικὰ μάλιστα χαρακτηρίζονται «νέα». Τὸ μόνο ποὺ τὸν εὐχαριστεῖ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κρύψει, εἶναι το ὅτι «αἱ προστεθεῖσαι νέαι μελοποιίαι μου καθυποβληθεῖσαι εἰς τὴν ἐπίκρισιν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος καὶ τῆς περὶ Αὐτὴν Ἱερὰς Συνόδου καὶ ἐξετασθεῖσαι ἐπεδοκιμάσθησαν καὶ ἐκρίθησαν ἄξιαι δημοσιεύσεως, ὡς μὴ νεωτερίζουσαι, ἀλλὰ φυλάττουσαι αὐστηρῶς τὸ ὕφος καὶ τὸ μέλος τῆς καθιερωμένης ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς».

Τὸ ἔργο τοῦ Θεοδώρου διαδόθηκε εὐρύτατα, ἀνθολογήθηκε σὲ χειρόγραφα στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ ἀλλοῦ καὶ κέρδισε τὴν προτίμηση τῶν ψαλτῶν λόγω τῆς ἁπλότητας, καὶ τῆς εὔρυθμης μελωδικότητάς του. Τῇ 3ῃ Ὀκτωβρίου 1851, ἀπέθανε σχετικὰ νέος, καὶ σὰν ἄνδρας ἐνάρετος, φιλόμουσος καὶ φιλογενής, ὄντας «ἀναγκαῖος ἔτι εἰς τὴν κοινωνίαν».

Γυρνώντας τώρα πίσω νὰ ἀνακεφαλαιώσουμε τὸ τρίπτυχο τῆς δραστηριότητάς του καὶ ἀποτιμήσουμε τὴν προσφορά του στὰ μουσικὰ πράγματα, πρέπει νὰ ἐπισημάνουμε ὅτι κατάγινε μὲ τὸ ἔργο τῆς μελοποιίας στὰ τελευταία χρόνια τῆς ζωῆς του, θεωρώντας τὰ ποιήματα τῶν προγενεστέρων, ἀκόμα καὶ τῶν συγχρόνων τοῦ διδασκάλων, ὡς «ἄριστα» μελωδήματα, καὶ ὑποδεικνύονται αὐτὰ στὴν Κρηπίδα του ὡς ἀπαραίτητα μαθήματα, ποὺ πρέπει νὰ διεξέλθει ὅποιος θέλει νὰ τελειοποιηθῇ εἰς τὴν Ψαλτικὴ Τέχνη.

Ἐκδίδοντας τὴν Κρηπίδα του, στὰ 1842, κάνει ὑπαινιγμοὺς κατὰ τοῦ Λεσβίου Συστήματος, ποὺ τὸ θεωρεῖ νεωτεριστικὸ καὶ δὲν παραλείπει, ὅπως σχεδὸν σὲ ὅλους τοὺς προλόγους του, νὰ ἐγκωμιάσει τοὺς εὐεργέτες τοῦ γένους, τοὺς τρεῖς Δασκάλους καὶ ἐξηγητὲς τῆς Νέας Μεθόδου ἀναλυτικῆς σημειογραφίας.

Ἡ διδακτικὴ Θεωρητικὴ προσφορὰ τοῦ παρατηρεῖται στὸ περὶ «ὀρθογραφίας» κεφάλαιο, ποὺ σὰν ἐκδότης ποὺ ἦταν, ἦταν καὶ ὁ ἀρμοδιότερος στὴν ἐποχή του νὰ συντάξει.

Στὴν ἄλλη δραστηριότητα τοῦ Φωκαέως, τῆς καταγραφῆς καὶ ἐκδόσεως τῶν τραγουδιῶν, σημασία ἔχει ἕνα μάθημα ἔντεχνο, ποὺ τὸ ἀποκαλεῖ «Κιάρι», πρὸς χρήσιν τῶν μουσικολογιωτάτων, καὶ ποὺ ὅπως φαίνεται ἡ ἐκδοτικὴ δραστηριότητα τοῦ Θεοδώρου Φωκαέως, ξεκίνησε τὸ 1830 μὲ τὴν ἔκδοση τῆς Εὐτέρπης, καὶ τελείωσε μὲ τὸν θάνατό του, στὰ 1851, ποὺ πρόφτασε καὶ εἶδε τυπωμένο τὸν Α΄ τόμο τῆς τρίτομης Ἀνθολογίαs του.

Ἐξέδωσε, στὸ διάστημα τῶν εἴκοσι χρόνων, ὀκτὼ καὶ μὲ τὰ δύο τελευταῖα πολύτομα ἔργα, δέκα βασικὰ μουσικὰ βιβλία, ποὺ ἀποτελοῦν μνημεῖα ἱστορικὰ τῆς ψαλτικῆς τέχνης, ἀλλὰ καὶ μνημεῖα καλλιτεχνικὰ τῆς τυπογραφίας. Οἱ ἐκδόσεις τοῦ ἔβγαιναν σὲ δύο χιλιάδες ἀντίτυπα ἔκαστη. Τὸ Ἀναστασιματάριο καὶ τὴν Ἀνθολογία τοῦ Γρηγορίου Πρωτοψάλτου τὰ ἔβγαλε ὁ ἴδιος σὲ δύο ἐκδόσεις. Ἡ ἐξέλιξη τῶν ψαλτικῶν ὀφείλει πολλὰ στοὺς ἐκδοτικοὺς κόπους τοῦ Θεοδώρου γιὰ τὴν σταθεροποίηση καὶ διάδοση τῆς ψαλτικῆς παράδοσης.

Μία σπουδαιοτάτη πτυχὴ τῆς νεοελληνικῆς ἱστορίας ἀποτελοῦν οἱ κατάλογοι τῶν συνδρομητῶν στὸ τέλος τῶν ἐκδόσεών του. Στὸ τέλος τῆς Συλλογῆς ἰδιομέλων (1831), τοῦ Ἀναστασιματαρίου (1832 καὶ 1839), τοῦ Ταμείου Ἀνθολογίαs (1837), τοῦ Καλλοφωνικοῦ Εἰρμολογίου (1835), τῆς Πανδώρας (1843) καὶ τῆς Μουσικῆs Μέλισσαs (1848) στὶς σελίδες 202-231 τοῦ Δ΄ τόμου περιέχονται τὰ ὀνόματα πολλῶν ἑκατοντάδων συνδρομητῶν, μὲ τὴν ἀναγραφὴ τοῦ ἐπαγγέλματός τους καὶ τοῦ τόπου καταγωγῆς. Ἀρχιερεῖς, ἰερομόναχοι, μοναχοί, ψάλτες καὶ φιλόμουσοι σ΄ ὅλα τὰ μέρη τῆς Ὀρθοδοξίας ἀποτελοῦσαν τὶς ἐστίες τοῦ μουσικοῦ πολιτισμοῦ. Εἶναι συγκινητικὸ νὰ διαβάζουμε τώρα τὰ τοπωνύμια ἑλληνικῶν κοινοτήτων στὴν Βουλγαρία καὶ τὴν Μ. Ἀσία ποὺ τίποτε ἄλλο πιὰ δέν μας τὶς θυμίζει. Οἱ κατάλογοι αὐτοὶ τῶν συνδρομητῶν εἶναι, πέρα ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ τοὺς ἀξία, ἕνα προσκλητήριο νὰ σκύψουμε νὰ δοῦμε τὶς ῥίζες μας καὶ νὰ ἀναγνωρίσουμε τὴν ταυτότητα καὶ τὴν δύναμη τῆς ῥωμαίικής μας προβολῆς.

Τὸ ἔργον του

α´. Κύριο ἔργο – μέλη τῆς νυχθημέρου ἀκολουθίας

Ἐσπερινοῦ
Ἀνοιξαντάρια εἰς ἦχον πλ. δ΄.
Μακάριος ἀνὴρ (τρία)· «μέγιστον» εἰς ἦχον βαρὺν καὶ ἦχον πλ. δ´, καὶ «σύντομον» εἰς ἦχον πλ. δ´.
Κεκραγάρια «ἐκκλησιαστικά»· κατ´ ἦχον ὀκτῶ.
Δογματικὰ Θεοτοκία τῆς Ὀκτωήχου (ἐκτὸς τοῦ πλ. β´, βαρέος καὶ πλ. δ´).
Στιχηρὰ ἰδιόμελα τῆς Ὀκτωήχου τὰ Ἀναστάσιμα τῶν αἴνων τοῦ γ´ καὶ τὸ πλ. δ´ ἤχου, τὰ Ἀναστάσιμα ἐσπέρια τοῦ δ´ ἤχου, καὶ τὰ ἀναστάσιμα ἀπόστιχα τοῦ πλ. ἅ´ καὶ πλ. β´ ἤχου.
Φῶς ἱλαρόν, σὲ ἦχο πλ. β´.
Δοξαστικὸ τῶν ἀποστίχων τοῦ ὄρθρου Μ. Τετάρτης, «Κύριε, ἡ ἐν πολλαὶς ἀμαρτίαις», πλ. δ´ (μέλος ἀργὸ στιχηραρικό).
Εἰς τὴν Προηγιασμένην «Κατευθυνθήτω» (δύο), εἰς ἦχον πλ. β´ καὶ πλ. α´.
Νῦν αἱ δυνάμεις, (τέσσερα), εἰς ἦχον α´, δ´, βαρὺ καὶ πλ. δ´.
Μάθημα Θεοτοκίον «Θεοτόκε Παρθένε», ὀκτώηχο (σύντμηση τῆς συνθέσεως τοῦ Πέτρου Μπερεκέτη).
Μάθημα «Πανάγιε Νικόλαε» εἰς ἦχον πλ. α´ (σύντμηση τῆς συνθέσεως τοῦ Δανιὴλ Πρωτοψάλτου).

Ὄρθρου
Πολυέλεος «Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ», εἰς ἦχον δ´ λέγετον.
Ἐκλογή. Λόγον Ἀγαθὸν (δύο), εἰς πλ. δ´ καὶ βαρὺ τετράφωνο.
Θεοτοκίον διὰ τὴν ἐκλογή, ἀλλὰ καὶ τὸν πολυέλεον τοῦ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος.
Δέσποινα πρόσδεξαι εἰς πλ. δ´.
Ὁ Ν´ ψαλμός, μὲ τὰ καταληκτικὰ Ταὶς τῶν Ἀποστόλων - Ἀναστὰς (δύο) εἰς βαρὺ καὶ πλ. δ´.
Τὰ πεντηκοστάρια τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς «Τῆς μετανοίας - Τὴs σωτηρίας – Τὰ πλήθη» εἰς ἦχον β΄.
Δοξολογίες μεγάλες (πέντε) εἰς α΄, βαρύ, β΄, β΄ χρωματικὸ ἀπὸ τὸν Νη (πλ.δ΄ χρωματικός), τρίτο, βαρὺ ἀπὸ τὸν Ζω.
Καλοφωνικὸς εἰρμὸς «Νῦν πεποιθώς» εἰς πλ.δ΄.

Λειτουργίας
Τρισάγιον Δύναμις, Ἅγιος ὁ Θεὸς εἰς ἦχον β΄.
Κύριε ἐλέησον, (καὶ «ἐν τῇ ἀρτοκλασίᾳ») μιὰ σειρὰ κατ´ ἦχον (δύο εἰς ἦχον βαρύ).
Eἰς πολλὰ ἔτη - Δόξα σοι Κύριε, ἦχος γ´.
Χερουβικά, Κυριακῶν καὶ ἑορτῶν, μεγάλα, πλήρης σειρά, καὶ ἄλλη σειρὰ (σύντομα) πλήρης.
Σιγησάτω πάσα σάρξ, εἰς ἦχον πλ. α´.
Ἄξιόν ἐστιν, εἰς ἦχον γ´, δ´ λέγετος, πλ. β´, βαρύ.
Κοινωνικὰ Κυριακῶν «Αἰνεῖτε» κατ´ ἦχον, ὀκτῶ.
Κοινωνικὰ τῶν ἑορτῶν ὀκτῶ.
Κοινωνικά διὰ τὰς ἀποδόσεις τῶν ἤχων «Μακάριοι οὖς ἐξελέξω», κατ´ ἦχον ὀκτῶ.

β´. Ἐξηγητικὸν ἔργο – «τονίσματα»

Ἐξήγησε πολλὰ τραγούδια, ἑλληνικὰ καὶ τουρκικά, γραμμένα πρῶτα στὴν πρὸ τοῦ 1814 σημειογραφία, καὶ τὰ ἐξέδωσε στὰ βιβλία Εὐτέρπη καὶ Πανδώρα. Μερικὰ τραγούδια θὰ πρέπει νὰ ἀποτελοῦν «τόνισμα», δηλαδὴ καταγραφὴ τοῦ μέλους τους ἀπὸ τὸν Θεόδωρο Φωκαέα.

γ´. Ἐκδοτικὸν ἔργον

Ἐξέδωσε τὰ ἐξῆς σπουδαῖα μουσικὰ βιβλία· Εὐτέρπη (1830), Συλλογὴ ἰδιόμελων (1831), Ἀναστασιματάριον(1832 καὶ 1839), Ταμεῖον Ἀνθολογίας, Γρηγορίου Πρωτοψάλτου (1834 καὶ Ι837), Καλοφωνικὸν Εἰρμολόγιον (1835), Δοξαστάριον Ἰακώβου Πρωτοψάλτου (1836), Κρηπίδα (1842), Πανδώρα (1843-1846), Μουσικὴ Μέλισσα (1848), Ταμεῖον Ἀνθολογίας (1851, τὸν α΄ τόμο).

[Γρηγόριος Στάθης, Καθηγητὴς Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Πρόεδρος ΙΒΜ]

 

ΑΡΧΙΚΗ ] ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ] ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ]