Ο Ανδρέας Πετρόχειλος γεννήθηκε στα Ταταύλα Κωνσταντινουπόλεως από γονείς πιστούς και ευλαβείς, τον Απόστολο και την Γλυκερία. Παρακολούθησε το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια εφοίτησε στο εξατάξιο Γυμνάσιο της περιοχής. Σπούδασε και μιλάει απταίστως την Τουρκική και Αγγλική Γλώσσα. Από παιδική ηλικία, σχεδόν 10 ετών, αναλαμβάνει καθήκοντα κανονάρχου στον Ι. Ναό Αγίου Δημητρίου της Κοινότητος Ταταούλων. Το 1935 ξεκινάει μαθήματα Βυζαντινής Μουσικής με διδάσκαλο τον πρωτοψάλτη του Ναού κ. Ιωάννη Ζαχαροπούλο τα οποία και συνεχίζονται μέχρι τα έτη 1939/40. Κατά την χρονική περίοδο 1940-45 παρακολούθησε ιδιαίτερα μαθήματα μέλους και θεωρίας από τον κ. Νικ. Ραιδεστηνό, πρ.Πρωτοψάλτου του Ι. Ναού της Ευαγελλιστρίας (προπόδων Ταταούλων) και υιόν του Αρχ. Πρωτοψάλτου της Μ.Χ.Ε. κ. Γεωργίου Ραιδεστηνού. Το 1945, επί Πατριάρχου Βενιαμίν και κατόπιν προτάσεως του Αρχ. Πρωτοψάλτου της Μ.Χ.Ε. κ. Κ. Πρίγγου, προσελήφθη ως βοηθός δομέστικος στον Πατριαρχικό Ναό του Αγ. Γεωργίου. Μετά παρελεύσεως μερικών ετών και χηρευούσης της αριστερής θέσης του Β’ Δομεστίκου, ανέλαβε αυτήν κατά την Πατριαρχικήν Παράδοση, δίπλα στον Άρχοντα Λαμπαδάριον της Μ.Χ.Ε. κ. Θρασ. Στανίτσα. Στις 8 Ιανουαρίου 1949, ημέρα Κυριακή και κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας, έλαβε χώρα η επίσημη τελετή χειροθεσίας (απονομή οφφικίου μετά μαύρου σκούφου-καλπακίου) από τον Οικ. Πατριάρχη κ.κ. Αθηναγόρα Α’ και η αναγόρευσή του ως «Άρχων Δομέστιχος της Μ.Χ.Ε». Κατά την διάρκεια της δεκαετούς δομεστικίας του, από το 1945 μέχρι και το 1955, είχε την τύχη να ακούσει τους κορυφαίους Πρωτοψάλτες κ.κ. Κων/νο Πρίγγο και Θρασ. Στανίτσα και να διδαχθεί δια ζώσης από αυτούς την παράδοση, το τυπικό καθώς και την υπέροχη εκτέλεση των εκκλησιαστικών ύμνων, κατά το σεμνό και ιεροπρεπές Πατριαρχικό Ύφος. Το 1955, λόγω προσωπικών υποχρεώσεων και μεγάλου φόρτου εργασίας, υπέβαλλε την παραίτηση του και ανέλαβε ως Πρωτοψάλτης στον Ι. Ναό των Παμμεγίστων Ταξιαρχών στο Μέγα Ρεύμα του Βοσπόρου. Μετά τα τραγικά γεγονότα της 6-7ης Σεπτεμβρίου του ιδίου έτους και τις βιαιοπραγίες των Τούρκων κατά του Ελληνικού στοιχείου της Πόλης αναλαμβάνει την χηρεύουσα θέση του Πρωτοψάλτου της Ι. Μητροπόλεως Πριγκιποννήσων, με Μητροπολίτην τον Σεβασμιώτατο κ.κ. Δωρόθεο, μέχρι τον Ιούλιο του 1962. Το έτος αυτό και κατόπιν πατριαρχικής αδείας, διορίζεται Πρωτοψάλτης-Χοράρχης στον Καθεδρικό Ι. Ναό της Παναγίας του Πέραν όπου και χρηματίζει μέχρι το 1964. Τον Ιούλιο του ιδίου έτους, απελαύνεται από την Κωνσταντινούπολη συνεπεία της ανθελληνικής πολιτικής της Τουρκικής Κυβερνήσεως που σκοπό είχε την εκρίζωση και τον διωγμό των Ελλήνων της Πόλης. Αναγκάζεται έτσι να εγκαταλείψει κατοικία, εργασία (κατάστημα υποκαμίσων) και τους τάφους των γονέων του για να καταφθάσει μοιραίως στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στην Αθήνα. Τον Οκτώβριο του 1964 διορίσθηκε ως Α’ Ψάλτης στον Ι. Ναό Αγ. Δημητρίου, Ταμπούρια Πειραιώς και το 1967 ως Α’ Ψάλτης στον Ι. Ναό Αγίου Αιμιλιανού, λόφου Σκουζέ, όπου και εχρημάτισε μέχρι τον Ιούλιο του 1968. Το έτος αυτό εκλήθη και διορίστηκε ως Α’ Ψάλτης στον Ι.Ναό Αγ. Δημητρίου, Νέας Ελβετίας Βύρωνος, όπου εξακολουθεί και ψάλλει μέχρι σήμερα τα μεγαλεία της Βυζαντινής Μουσικής με πολύ ζήλο και αγάπη προς τα Θεία!. Από το 1967 είναι μέλος του Πανελληνίου Συλλόγου "Ρωμανός ο Μελωδός" και "Ιωάννης ο Δαμασκηνός". Το 1972, επί προεδρίας κ. Αντωνίου Μπελούση, έθεσε υποψηφιότητα στις αρχαιρεσίες του συλλόγου όπου μεταξύ 191 ψηφισάντων έλαβε 167 ψήφους. Παρά την εκλογή του αλλά και την καθολική του αναγνώριση στον Ιεροψαλτικό χώρο, επέστρεψε σχεδόν αμέσως την Προεδρία στον προκατοχό του κ. Μπελούση λέγοντάς του χαρακτηριστικά «Κε Μπελούση, Κε Πρόεδρε, εσείς είστε γνώστης των Ιεροψαλτικών προβλημάτων, εσείς έχετε την πείρα και γνωρίζετε καλύτερα από κάθε άλλον τα συνδικαλιστικά ζητήματα. Εγώ το μόνο που μπορώ να δεχθώ και λόγω των επαγγελματικών μου υποχρεώσεων, είναι να συμβάλλω από της θέσεως του συμβούλου». Ο κ. Μπελούσης, όπως και οι άλλοι σύνεδροι, έκαναν αποδεκτή την πρόταση αυτή και έτσι σχηματίστηκε το προεδρείο του Συλλόγου ώς είχε πρότερον. Εχει στο ενεργητικό του δεκάδες εμφανίσεις με τον Πανελλήνιο Σύλλογο Ιεροψαλτών και πολλές δισκογραφικές εργασίες στην εταιρία Columbia. Συνεργάστηκε και συμμετείχε σε πολλές συναυλίες με τον Αρχ. Πρωτ. Της Μ.τ.Χ.Ε. Θρασ. Στανίτσα καθώς και με τον αείμνηστο καθηγητή της Βυζαντινής Μουσικής κ. Γεωρ. Τσατσαρώνη. Τέλος, συμμετείχε σε τηλεοπτικές και εκκλησιαστικές εμφανίσεις (Αίθουσα Παρνασσού) με ύμνους και χορωδιακά ψαλμοτράγουδα, σε συνεργασία με τον παιδικό του φίλο και επιστήμονα οδοντίατρο, μουσικολογιώτατον κ. Γεώργιο Α. Σύρκα. Διηύθυνε, πολλές φορές εικοσαμελείς χορωδίες με Κωνσταντινοπολίτες συναδέλφους του Ιεροψάλτες, οι οποίοι είχαν συρρεύσει τότε στο Κλεινόν Άστυ. Ενδεικτικά αναφέρουμε τις εμφανίσεις του: στη Μονήν Πεντέλης, στον Αγ. Ανδρέα Πατρών, 6/6/1965, στη Μυτιλήνη, το 1966, όπου οι άριστες συναυλίες του άφησαν εποχή και εκτεταμένα άρθρα δημοσιεύθηκαν στον τοπικό τύπο (π.χ "Ποιμήν" που εκδίδεται ακόμη στη Μυτιλήνη). Εν τω μεταξύ, ενυμφεύθη την καλή σύντροφο της ζωής του, Αναστασία και απέκτησε δύο παιδιά, ένα υιόν και μια θυγατέρα η οποία και προσφάτως του χάρισε δύο εγγονούλες. Μετά την συνταξιοδότησή του από την εργασία του, αφιερώνει τον περισσότερο ελεύθερο του χρόνο στην οικογένεια, στα παιδιά και στα εγγόνια του. Ο Ανδρέας Πετρόχειλος υπηρετεί τη Βυζαντινή Μουσική και τη Θεία Υμνωδία, με απλότητα και αγάπη, για περισσότερα από εξήντα χρόνια. Άριστος εκτελεστής, έντεχνος μονωδός προικισμένος με πλούσια φωνητικά χαρίσματα αλλά και ικανότατος χοράρχης. Η ψαλτική του ερμηνεία διακρίνεται για τον ρυθμό, την άρθρωση, την σεμνότητα αλλά και την προσήλωση στο γνήσιο Πατριαρχικό Ύφος. Αναγνωρίζεται δίκαια ως ένας εκ των κορυφαίων των Ιεροψαλτών και για αυτό είναι ιδιαίτερα αγαπητός ανάμεσα στους συναδέλφους του και στο πλήθος των μαθητών του.
|
|